εφεξις

εφεξις
    ἔφεξις
    ἔφ-εξις
    -εως ἥ предлог, повод
    

τοῦ δ΄ ἔφεξιν ; Arph. — по какому же поводу?


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "εφεξις" в других словарях:

  • έφεξις — ἔφεξις, ἡ (Α) [επέχω] 1. αφορμή, δικαιολογία, πρόσχημα, πρόφαση (κατά τον Ησύχ.) «ἔφεξις χάριν, ἕνεκα, ἐποχήν, πρόφασιν» («τοῡ δ ἔφεξιν, ὦ μάταιε, ταῡτα δρᾱν σε βούλεται;» για ποιό λόγο, με ποιά δικαιολογία, ανόητε, θέλει να σού κάνει αυτά;… …   Dictionary of Greek

  • ἔφεξις — excuse fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐφέξει — ἔφεξις excuse fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐφέξεϊ , ἔφεξις excuse fem dat sg (epic) ἔφεξις excuse fem dat sg (attic ionic) ἐπώχατο fut ind mid 2nd sg ἐπώχατο fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐφέξεις — ἔφεξις excuse fem nom/voc pl (attic epic) ἔφεξις excuse fem nom/acc pl (attic) ἐπώχατο fut ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔφεξιν — ἔφεξις excuse fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐφέξεως — ἐφέξεω̆ς , ἔφεξις excuse fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»